Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2007

ΜΙΑ ΒΟΛΤΑ ΜΟΝΑΧΙΚΗ













για να μην πατήσω άθελά μου κάποια συνείδηση...















Τα πρώτα φθινοπωρινά βράδια, την ώρα που οι δρόμοι είναι ακόμη ζεστοί
και κάπως κοπάζει ο ορυμαγδός από κόσμο περπατώ νωχελικά στα βρώμικα
πεζοδρόμια της Αθήνας αντιμετωπίζοντας το παρόν με συμβιβασμό.
Υπάρχει μια τάση να υπομένουμε πράγματα, να συνηθίζουμε, να ρίχνουμε ευθύνες
σε κάποιες συνθήκες σαν να μην τις χρησιμοποιούμε κι ας είμαστε χωμένοι μέσα τους μέχρι τον λαιμό.
"Αν τα πράγματα ήταν σωστά θα ήμουν διαφορετικός".
Συχνά το λέω να κρυφτώ πίσω από το δάχτυλό μου, αυτό με συμφέρει και για ν' αποφύγω τη συνέχεια της ενοχλητικής σκέψης.
Αλλάζω πεζοδρόμιο.
Από αυτή την πλευρά μου φαίνεται πιο καθαρό, eκατόν είκοσι σκύλοι λιγότεροι το έχουν κατουρήσει.
Μετά η σκέψη μου οργανώνεται πάλι, αλλά η προσοχή μου που να πατήσω για ν' αποφύγω τις λιγότερες βρωμιές, δεν είναι η συγκέντρωση που θα επιθυμούσα.
Αλλά από την άλλη, η συγκέντρωση είναι αποκλεισμός κι εγώ δεν θέλω να αποκλειστώ σε μία μόνο σκέψη.
Κοιτάζω γύρω μου, όλοι οι άνθρωποι είναι μόνοι σαν κι εμένα. Προσέχουν που να πατήσουν,
προσπαθούν να συγκεντρωθούν και ν' αποκλειστούνε ίσως.
Μου φαίνεται ότι οι περισσότεροι από εμάς, δεν συνειδητοποιούμε όσα λέμε ή κάνουμε, αλλά ούτε το περιβάλλον μας, τα χρώματα, τα δέντρα, τη ξαφνική βροχή που μουλιάζει τη σάρκα, τα σχήματα, τους ανθρώπους, τα συναισθήματα, το φιλί μέσα απ' το τζάμι του παραθύρου ενός τρόλεϊ που απομακρύνεται, το ιδεατό άγγιγμα ενός μάγουλου με τα τρεμάμενα
ακροδάχτυλα, το χειροφίλημα μέσα απ' το δια-δίκτυο...
Αν τα πράγματα ήταν σωστά, θα ήμουν διαφορετικός", καταλήγω.
Φτού! αφοσιώθηκα και κάτι πάτησα ελπίζω να είναι περιτώματα σκύλου κι όχι κάποια συνείδηση.










Ας με συγχωρέσουν όσες εκλετές φίλες απάντησαν στην προηγούμενη ανάρτηση, αλλά την αφαίρεσα για να μην πατήσω άθελα μου κάποια συνείδηση.

Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2007

ΑΝΕΛΕΗΤΑ ΑΝΘΡΩΠΟΙ




Ανελέητα εγωιστές
Ανελέητα ανασφαλείς
Δέσμιοι κάποιων ενστίκτων άπειρων και η σιωπή παρούσα
στη μοναξιά των εποχών απομεινάρι.

Μέρες γεμάτες όρκους αναίτιους, ορρωδούν σ’ ένα παρελθόν που πάντα επιστρέφει ν’ αντισταθεί στη ζωή μ’ ένα τρόπο ανενδοίαστο τις νύχτες τις γεμάτες αναμνήσεις να δένουν τα όνειρα
Και η δειλία έτοιμη να σκοτώνει πάντα τις πιο όμορφες ψευδαισθήσεις

Ζωές με τη ψυχή γαντζωμένη σε μια μόνο γλυκιά ανάμνηση
Για την οποία πάλι ένα δάκρυ θα χαράξει ρυτίδες.

Ανελέητα ευάλωτοι σ’ ανελέητους πειρασμούς αφημένοι

Ευτυχώς

Ανελέητα άνθρωποι.

Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2007

ΑΝΘΡΩΠΟΙ και ΠΑΛΙΑΝΘΡΩΠΟΙ

Τόσο του ανθρώπου η σάρκα αδύναμη’ ναι
που δε βαστά η καλή απαρχή στον κόσμο.
Κι αν την αρχή του καθενός κοιτάξεις
κι ύστερα δεις που καταντήσαν όλα,
το άσπρο θα βρεις πως μαύρο τώρα εγίνη.

Καζαντζάκης, απόσπασμα στίχων από τη θεία κωμωδία



Ώρες ατελείωτες στέκομαι μπροστά στο λευκό χαρτί και δεν ξέρω πώς να ξεκινήσω το γράψιμο. Ανάκατα συναισθήματα πνίγουν κάθε σκέψη μου. Πελαγοδρομώ, δεν καταφέρνω να βάλω τις λέξεις σε σειρά, λέξεις που να δείχνουν στ’ αλήθεια πως μια χώρα σβήνει ξαφνικά απ’ το στερέωμα.
Φευγαλέες σκέψεις που δεν δίνουν ειρμό. Τη μια στιγμή αγανακτώ και βρίζω και την άλλη στιγμή θλίβομαι βαθιά. Κατόπιν τα βάζω με τον εαυτό μου που δεν είναι έτοιμος να τα σούρει σε όλο αυτό το πολιτικάντικο συρφετό που δεν νοιάζεται για τίποτα και κανέναν σε αυτόν το τόπο.
Γεμίζω ενοχές και δεν ξέρω με ποιο τρόπο να τις ξεπεράσω. Είναι βαθύ το ράγισμα της ψυχής, είναι ένας πόνος που δεν περιγράφεται. Ένα σύμπαν που καταρρέει, που συνθλίβεται σε μαύρη τέφρα.
Πώς να καταθέσω με φράσεις πάνω στα καμένα σημάδια της γης, στο μαύρο αίμα εβδομήντα ανθρώπων;
Σημάδια άφησε πάνω στο σώμα και στο νου μου το ανεξίτηλο γεγονός του θανάτου.
Μπορεί κάποιος να με θεωρήσει απάνθρωπα εγωιστή που σκέπτομαι τι μπορώ ή δεν μπορώ να κάνω τη στιγμή που χιλιάδες στρέμματα απανθρακώθηκαν, δεκάδες αβοήθητοι άνθρωποι γίνανε κάρβουνο κι άλλες χιλιάδες έτρεχαν πανικόβλητοι ν’ αποφύγουν τη φρίκη της φωτιάς.
Και να τώρα που όλα μοιάζουν να ταιριάζουν στην κανονικότητα των στατιστικών στοιχείων. Στρέμματα, δέντρα, ζωντανά και άνθρωποι, αριθμοί στατιστικών στοιχείων. Τι φρίκη, η κοινωνία αμέσως την επόμενη να αποδέχεται τους αριθμούς;
Όμως δεν είναι έτσι. Αυτό που συνέβη δεν είναι ένα απλό γεγονός, ένα μοναδικό γεγονός που μπορεί να ξεπεράσει τον πόνο της απώλειας με αναφορές αριθμών.
Είναι μια συντέλεια εβδομήντα ψυχών, {ελπίζω εδώ να σταματήσει το μακάβριο μέτρημα} που όταν εξαφανίζονται δεν κόβονται από τις σάρκες μας ανάλογα κομμάτια, αλλά χάνουμε από τον κόσμο μας όσα η ψυχή και ο νους τους είχαν να προσφέρουν, πλούσιες σκέψεις κι αισθήματα μοναδικά που κανείς από εμάς δεν θα γνωρίσει πλέον.
Νοιώθω τις ψυχές των δέντρων
μες του ορίζοντα τις φλέβες να ραγίζουν.
Νιώθω τις ψυχές των ανθρώπων
στων άστρων τις εκλάμψεις να σβήνουν.
Παραπατώντας μέσα στο σκοτάδι ψάχνω για έξοδο.
Ανοίγω πόρτες μα πιότερο βρίσκω σκοτάδι.
Ψηλαφώντας κι έρποντας με αγωνία στ’ αποκαΐδια
άνοιξα κι άλλη πόρτα και
μεγαλύτερο σκοτάδι με κατάπιε.
Κανείς, μα κανείς δεν δύναται να βοηθήσεις με τι προσευχές του,
μακάρι να μπορούσε να το κάνει με το μίσος του.
Βοήθεια άνθρωποι, βοήθεια.
δβ.

Αυτή είναι η επιστροφή μου. Με διαφορετικό και πιο αισιόδοξο τρόπο την υπέθετα, αλλά με όσα συνέβησαν δεν μπορώ να γράψω κάτι διαφορετικό.
Γεια σας αγαπημένοι μου φίλοι. Είμαι πάλι εδώ και σας περιμένω...
Να είστε όλοι καλά!!!